- κρητολογία
- ηη μελέτη και η έρευνα των θεμάτων (ιστορικών, αρχαιολογικών, εθνολογικών κτλ.) που αφορούν την Κρήτη.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
κρητολογία — η [κρητολόγος] η επιστημονική ενασχόληση με θέματα και προβλήματα τής Κρήτης … Dictionary of Greek